Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2009
Δύο κόσμοι σε πέντε κύκλους
«Ο κόσμος αναγνώρισε ότι ήρθε η ώρα της Βραζιλίας». Αυτή η δήλωση του προέδρου Λούλα Ντα Σίλβα, ο οποίος έκλαιγε με λυγμούς αφότου ανακοινώθηκε η ανάθεση της Ολυμπιάδας του 2016 στο Ρίο Ντε Ζανέιρο, είναι πολύ πιο ρεαλιστική από όσο άφηνε να φανεί η συγκινησιακή φόρτιση της στιγμής.
Πριν από καιρό, η FIFA ανέθεσε στη Βραζιλία τη διοργάνωση του Μουντιάλ του 2014. Τώρα, η ΔΟΕ επέλεξε τη Βραζιλία για λόγους που ξεπερνούν κατά πολύ τους συναισθηματικούς εκβιασμούς («ποτέ δεν έχουν ανατεθεί οι Ολυμπιακοί Αγώνες σε μια χώρα της Νότιας Αμερικής»), το ζεστό κλίμα του Ρίο, τις παραλίες, τη σάμπα, ακόμα και το καθαρά τεχνικό πακέτο που υπέβαλε η βραζιλιάνικη επιτροπή. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούν ένα παγκόσμιο γεγονός με τεράστιες οικονομικές και πολιτικές προεκτάσεις, στο οποίο δεν χωρούν συναισθηματισμοί από τους «αθάνατους».
Τους λόγους της επιλογής του Ρίο τούς περιέγραψε πολύ περιεκτικά η ισπανική εφημερίδα «El Periodico de Cataluna»: «Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή ανέθεσε την Ολυμπιάδα σε μια χώρα που αποτελεί αναδυόμενη δύναμη, είναι εξέχον στέλεχος της G20, υποψήφια για μια θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, εφόσον αυτό μεταρρυθμιστεί και διευρυνθεί, και που εκπροσωπεί επάξια, χάρη στον πρόεδρό της Λούλα ντα Σίλβα, ένα σύνολο κρατών τα οποία συντάσσονται με τη "λογική" αριστερά σε αντίθεση με τον δημαγωγικό και αντιαμερικανικό λαϊκισμό του Ούγο Τσάβες. Οι Αγώνες θα δώσουν στη Βραζιλία την ευκαιρία να αποδείξει την ηγεμονία της στην περιοχή, την οικονομική της πρόοδο και τα επιτεύγματά της στον αγώνα κατά της φτώχειας σε μια κοινωνία που μαστίζεται ακόμα από τεράστιες ανισότητες».
Με διεθνείς προδιαγραφές
Την ίδια οπτική, πάνω-κάτω, υιοθετούν τα περισσότερα ξένα έντυπα: Η ΔΟΕ -και, πίσω από αυτήν, οι μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη- πετάει το μπαλάκι σε μια χώρα η οποία, όπως έχει πει ο Λούλα, «βαρέθηκε να ανήκει ακόμη στις αναπτυσσόμενες».
Ή, σύμφωνα με μια άλλη δήλωσή του: «Δεν είναι δυνατόν μια χώρα που διαθέτει την τρίτη μεγαλύτερη βιομηχανία αεροπλάνων στον κόσμο (την Embraer) να πουλά προς τα έξω μόνο τις φαβέλες του Ρίο, το καρναβάλι ή το ποδόσφαιρο».
Αν η Βραζιλία έχει βάλει πλώρη για το κλαμπ των ισχυρών, το οφείλει στην πολιτική του προέδρου της -και σε κάποιο βαθμό, για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, και στην πολιτική του προκατόχου του, Φερνάντο Καρντόζο.
Ο Λούλα, παιδί της εργατικής τάξης, κατάλαβε νωρίς ότι μια χώρα με το μέγεθος και τον εθνικό πλούτο της Βραζιλίας (μολονότι ανεκμετάλλευτο ή άνισα κατανεμημένο) μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στον σημερινό πολυπολικό κόσμο. Σχεδίασε λοιπόν και προχώρησε σε δραστικές μεταρρυθμίσεις τόσο στο εσωτερικό όσο κυρίως στο εξωτερικό μέτωπο.
Μέσα στα εφτά χρόνια της προεδρίας του και χάρη στα κοινωνικά προγράμματα, το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας μειώθηκε από το 35% στο 24%. Πάνω από το 50% των Βραζιλιάνων ανήκει πλέον στη μεσαία τάξη, ποσοστό που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ. Η χώρα, η οποία το 2006 αποπλήρωσε το χρέος της στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, διαθέτει την ένατη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, βγαίνει μάλλον αλώβητη από την παγκόσμια οικονομική κρίση και αποτελεί βασικό μέλος της νεοσύστατης αναπτυξιακής Τράπεζας του Νότου για τη Λατινική Αμερική.
Παράγων σταθερότητας
Στην εξωτερική πολιτική, ο Λούλα κρατά με μαεστρία τις λεπτές ισορροπίες, διατηρώντας καλές σχέσεις τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με τη Βενεζουέλα, το Ιράν, τη Ρωσία και την Κίνα. Με δική του πρωτοβουλία έχει συσταθεί η BRIC, μια ομάδα ραγδαία αναπτυσσόμενων οικονομιών στο πλαίσιο της G20, η οποία έχει πάρει την ονομασία της από τα λατινικά αρχικάτων μελών της (Βραζιλία, Ινδία, Κίνα, Ρωσία) καθώς και η Unasur (Ενωση Κρατών Νότιας Αμερικής).
Η Βραζιλία επιδιώκει, και μάλλον καταφέρνει, να αναδειχθεί στην κυρίαρχη δύναμη στη Νότια Αμερική, καθώς και σε αξιόπιστο διαμεσολαβητή σε διεθνείς κρίσεις (ο ανατραπείς πρόεδρος της Ονδούρας Μανουέλ Σελάγια δεν κατέφυγε τυχαία στην πρεσβεία της Βραζιλίας όταν επέστρεψε στην πατρίδα του). Ο Λούλα έχει επιδοθεί σε μεγάλη ενίσχυση των οπλικών συστημάτων της χώρας του -εξ ου και οι διαπραγματεύσεις του με τη Γαλλία στον τομέα της άμυνας- επειδή πιστεύει ότι μια αναδυόμενη υπερδύναμη πρέπει να διαθέτει και έναν στρατό ανάλογου βεληνεκούς.
Επίσης, η Βραζιλία, η οποία εξαιτίας της ανάπτυξής της φέρει πλέον κι αυτή το δικό της μερίδιο ευθύνης για την υπερθέρμανση του πλανήτη, καλεί μάλιστα τις χώρες της Δύσης με πρώτες τις ΗΠΑ να συνεργαστούν μαζί της για τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, τονίζοντας ότι δεν μπορεί να πληρώσει μόνη της το τίμημα.
Ο δρόμος για τη Βραζιλία είναι ακόμα μακρύς. Παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί, οι φτωχοί αποτελούν ακόμα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού. Η χώρα εξακολουθεί να παρουσιάζει μια από τις πιο άνισες ανακατανομές εισοδήματος στον κόσμο, με το 10% των πλουσιότερων κατοίκων να νέμονται το 50% του ΑΕΠ. Η εγκληματικότητα είναι μια από τις χειρότερες πληγές της χώρας, με το Ρίο, τη μελλοντική ολυμπιακή πόλη, να κρατά τα σκήπτρα σε αυτό τον τομέα.
Παράλληλα με τους πανηγυρισμούς, είναι αρκετοί αυτοί που επικρίνουν την ανάληψη της Ολυμπιάδας, σχολιάζοντας ότι η χώρα έχει σημαντικότερα προβλήματα να επιλύσει.
«Οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα φέρουν πολλές επενδύσεις», υπόσχεται ο Λούλα. Ειδικά σε σχέση με το Ρίο, έχει ένα όραμα που φτάνει πέρα από το 2016: Να απαλειφθεί από τα λεξικά η λέξη «φαβέλα».
Πριν από καιρό, η FIFA ανέθεσε στη Βραζιλία τη διοργάνωση του Μουντιάλ του 2014. Τώρα, η ΔΟΕ επέλεξε τη Βραζιλία για λόγους που ξεπερνούν κατά πολύ τους συναισθηματικούς εκβιασμούς («ποτέ δεν έχουν ανατεθεί οι Ολυμπιακοί Αγώνες σε μια χώρα της Νότιας Αμερικής»), το ζεστό κλίμα του Ρίο, τις παραλίες, τη σάμπα, ακόμα και το καθαρά τεχνικό πακέτο που υπέβαλε η βραζιλιάνικη επιτροπή. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες αποτελούν ένα παγκόσμιο γεγονός με τεράστιες οικονομικές και πολιτικές προεκτάσεις, στο οποίο δεν χωρούν συναισθηματισμοί από τους «αθάνατους».
Τους λόγους της επιλογής του Ρίο τούς περιέγραψε πολύ περιεκτικά η ισπανική εφημερίδα «El Periodico de Cataluna»: «Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή ανέθεσε την Ολυμπιάδα σε μια χώρα που αποτελεί αναδυόμενη δύναμη, είναι εξέχον στέλεχος της G20, υποψήφια για μια θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, εφόσον αυτό μεταρρυθμιστεί και διευρυνθεί, και που εκπροσωπεί επάξια, χάρη στον πρόεδρό της Λούλα ντα Σίλβα, ένα σύνολο κρατών τα οποία συντάσσονται με τη "λογική" αριστερά σε αντίθεση με τον δημαγωγικό και αντιαμερικανικό λαϊκισμό του Ούγο Τσάβες. Οι Αγώνες θα δώσουν στη Βραζιλία την ευκαιρία να αποδείξει την ηγεμονία της στην περιοχή, την οικονομική της πρόοδο και τα επιτεύγματά της στον αγώνα κατά της φτώχειας σε μια κοινωνία που μαστίζεται ακόμα από τεράστιες ανισότητες».
Με διεθνείς προδιαγραφές
Την ίδια οπτική, πάνω-κάτω, υιοθετούν τα περισσότερα ξένα έντυπα: Η ΔΟΕ -και, πίσω από αυτήν, οι μεγάλες δυνάμεις του πλανήτη- πετάει το μπαλάκι σε μια χώρα η οποία, όπως έχει πει ο Λούλα, «βαρέθηκε να ανήκει ακόμη στις αναπτυσσόμενες».
Ή, σύμφωνα με μια άλλη δήλωσή του: «Δεν είναι δυνατόν μια χώρα που διαθέτει την τρίτη μεγαλύτερη βιομηχανία αεροπλάνων στον κόσμο (την Embraer) να πουλά προς τα έξω μόνο τις φαβέλες του Ρίο, το καρναβάλι ή το ποδόσφαιρο».
Αν η Βραζιλία έχει βάλει πλώρη για το κλαμπ των ισχυρών, το οφείλει στην πολιτική του προέδρου της -και σε κάποιο βαθμό, για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, και στην πολιτική του προκατόχου του, Φερνάντο Καρντόζο.
Ο Λούλα, παιδί της εργατικής τάξης, κατάλαβε νωρίς ότι μια χώρα με το μέγεθος και τον εθνικό πλούτο της Βραζιλίας (μολονότι ανεκμετάλλευτο ή άνισα κατανεμημένο) μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στον σημερινό πολυπολικό κόσμο. Σχεδίασε λοιπόν και προχώρησε σε δραστικές μεταρρυθμίσεις τόσο στο εσωτερικό όσο κυρίως στο εξωτερικό μέτωπο.
Μέσα στα εφτά χρόνια της προεδρίας του και χάρη στα κοινωνικά προγράμματα, το ποσοστό του πληθυσμού που ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας μειώθηκε από το 35% στο 24%. Πάνω από το 50% των Βραζιλιάνων ανήκει πλέον στη μεσαία τάξη, ποσοστό που αποτελεί ιστορικό ρεκόρ. Η χώρα, η οποία το 2006 αποπλήρωσε το χρέος της στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, διαθέτει την ένατη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, βγαίνει μάλλον αλώβητη από την παγκόσμια οικονομική κρίση και αποτελεί βασικό μέλος της νεοσύστατης αναπτυξιακής Τράπεζας του Νότου για τη Λατινική Αμερική.
Παράγων σταθερότητας
Στην εξωτερική πολιτική, ο Λούλα κρατά με μαεστρία τις λεπτές ισορροπίες, διατηρώντας καλές σχέσεις τόσο με τις ΗΠΑ όσο και με τη Βενεζουέλα, το Ιράν, τη Ρωσία και την Κίνα. Με δική του πρωτοβουλία έχει συσταθεί η BRIC, μια ομάδα ραγδαία αναπτυσσόμενων οικονομιών στο πλαίσιο της G20, η οποία έχει πάρει την ονομασία της από τα λατινικά αρχικάτων μελών της (Βραζιλία, Ινδία, Κίνα, Ρωσία) καθώς και η Unasur (Ενωση Κρατών Νότιας Αμερικής).
Η Βραζιλία επιδιώκει, και μάλλον καταφέρνει, να αναδειχθεί στην κυρίαρχη δύναμη στη Νότια Αμερική, καθώς και σε αξιόπιστο διαμεσολαβητή σε διεθνείς κρίσεις (ο ανατραπείς πρόεδρος της Ονδούρας Μανουέλ Σελάγια δεν κατέφυγε τυχαία στην πρεσβεία της Βραζιλίας όταν επέστρεψε στην πατρίδα του). Ο Λούλα έχει επιδοθεί σε μεγάλη ενίσχυση των οπλικών συστημάτων της χώρας του -εξ ου και οι διαπραγματεύσεις του με τη Γαλλία στον τομέα της άμυνας- επειδή πιστεύει ότι μια αναδυόμενη υπερδύναμη πρέπει να διαθέτει και έναν στρατό ανάλογου βεληνεκούς.
Επίσης, η Βραζιλία, η οποία εξαιτίας της ανάπτυξής της φέρει πλέον κι αυτή το δικό της μερίδιο ευθύνης για την υπερθέρμανση του πλανήτη, καλεί μάλιστα τις χώρες της Δύσης με πρώτες τις ΗΠΑ να συνεργαστούν μαζί της για τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα, τονίζοντας ότι δεν μπορεί να πληρώσει μόνη της το τίμημα.
Ο δρόμος για τη Βραζιλία είναι ακόμα μακρύς. Παρά την πρόοδο που έχει σημειωθεί, οι φτωχοί αποτελούν ακόμα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού. Η χώρα εξακολουθεί να παρουσιάζει μια από τις πιο άνισες ανακατανομές εισοδήματος στον κόσμο, με το 10% των πλουσιότερων κατοίκων να νέμονται το 50% του ΑΕΠ. Η εγκληματικότητα είναι μια από τις χειρότερες πληγές της χώρας, με το Ρίο, τη μελλοντική ολυμπιακή πόλη, να κρατά τα σκήπτρα σε αυτό τον τομέα.
Παράλληλα με τους πανηγυρισμούς, είναι αρκετοί αυτοί που επικρίνουν την ανάληψη της Ολυμπιάδας, σχολιάζοντας ότι η χώρα έχει σημαντικότερα προβλήματα να επιλύσει.
«Οι Ολυμπιακοί Αγώνες θα φέρουν πολλές επενδύσεις», υπόσχεται ο Λούλα. Ειδικά σε σχέση με το Ρίο, έχει ένα όραμα που φτάνει πέρα από το 2016: Να απαλειφθεί από τα λεξικά η λέξη «φαβέλα».